Σε ολόκληρη την ιστορία της, η Λιβύη, αποτελούσε ένα ιδιότυπο πεδίο ανταγωνισμού και πολέμων, μεταξύ διαφόρων δυνάμεων που προσπαθούσαν να εγκαθιδρύσουν την εξουσία τους στη Βόρειο Αφρική. Παρότι επρόκειτο για την πιο φτωχή έκταση σε ολόκληρη την περιοχή του Μαγκρέμπ (στα Αραβικά «εκεί που δύει ο ήλιος»), που καταλαμβάνει τα εδάφη ανατολικά της Αιγύπτου μέχρι την Μαυριτανία, η θέση της την καθιστούσε «κλειδί ισχύος». Το αποτέλεσμα αυτής της παραμέτρου, ήταν η για αιώνες διαίρεσή της σε τρεις επαρχίες, την Κυρηναϊκή, την Τριπολιτανία
και το Φεϊζάν. Οι οποίες λογίζονταν σχεδόν ως διαφορετικά κρατίδια, παρότι η πλειοψηφία των κατοίκων ανήκαν στο ευρύτερο εθνολογικό φάσμα των διαιρεμένων σε πολλές νομαδικές φυλές, Βέρβερων.
Τελικά, η ένωση της χώρας και η απόδοση του σημερινού ονόματός της («Λιβύη» αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες όλο το σημερινό Μαγκρέμπ), πραγματοποιήθηκε από την Ιταλική αποικιοκρατία. Καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, το έδαφος της χώρας, ήταν το πεδίο των περισσότερων μαχών στην Αφρική μεταξύ των Συμμάχων και του Άξονα. Με τη νίκη των συμμαχικών στρατευμάτων το 1943, η χώρα πέρασε στον έλεγχο της Μ. Βρετανίας. Το 1951, οι Βρετανοί, όρισαν βασιλιά τον Ιντρίς, έναν αγγλόφιλο φύλαρχο της Κυρηναϊκής, που μέχρι τότε ηγούταν της σουνίτικης ισλαμικής σέχτας των σεννούσι, εγγενούς στους υπερσυντηρητικούς ισλαμιστές Σαουδάραβες βαχαβίτες (που σήμερα είναι ο ιδεολογικός πυρήνας της Αλ Κάιντα). Η μεγάλη αλλαγή, ήλθε το 1959, όταν ξεκίνησε η εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων και πραγματοποιήθηκε το πέρασμα από ένα εκ των πτωχότερων σε ένα εκ των πλουσιότερων κρατών παγκοσμίως. Κάνοντας ταυτόχρονα τον Ίντρις ζάμπλουτο και το σημαντικότερο όργανο των δυτικών στη Μεσόγειο.
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1969, μια ομάδα 70 χαμηλόβαθμων στρατιωτικών του στρατού της Λιβύης, έκαναν πραξικόπημα, δίνοντας τέλος στην κυριαρχία των σεννούσι στη Λιβύη. Του κινήματος των «ελεύθερων αξιωματικών» στρατιωτικοί, ηγείτο ο 27χρονος, τότε, λοχαγός Μουαμάρ Καντάφι και εμπνέονταν από το στρατιωτικό πραξικόπημα των Αράβων Εθνικιστών υπό τον Νάσσερ στην Αίγυπτο. Γρήγορα, εγκαθιδρύθηκε ένα δωδεκαμελές «Συμβούλιο Επαναστατικής Διοίκησης» και κινητοποιώντας τον λαό και τις στρατιωτικές δυνάμεις της Λιβύης, αποτινάχθηκε ο έλεγχος της δύσης, στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά.
Αρχικά η υποστήριξη του Νάσσερ στην Αίγυπτο, ωφέλησε την διακυβέρνηση των Λίβυων αξιωματικών. Αλλά ο θάνατος του πρώτου ένα χρόνο αργότερα και η άρση του εμπόλεμου με το Ισραήλ, από τον διάδοχό του Σαντάτ το 1977, έδωσε βίαιο τέλος στις σχέσεις αυτές, με αποτέλεσμα μια μικρή πολεμική σύγκρουση. Έκτοτε, ο Καντάφι θεωρούσε με δηλώσεις του, τον Σαντάτ «υπάλληλο των σιωνιστών» και τον Μουμπάρακ «πράκτορα των ξένων και συνεργάτη των κομμουνιστών».
Μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980, η εθνικοποίηση των πετρελαϊκών αποθεμάτων και των εταιρειών εξόρυξής τους, έδωσε μια αλματώδη άνοδο στην οικονομία της Λιβύης από την οποία επωφελήθηκαν κυρίως οι απλοί πολίτες, αλλάζοντας θεαματικά το βιοτικό τους επίπεδο. Η οικονομική ευμάρεια όμως, δεν κράτησε την ανοδική της πορεία, όταν οι αμερικανοσιωνιστές προχώρησαν σε στενή συνεργασία με την Σαουδική Αραβία για το πετρέλαιο. Έκτοτε, ο στενός έλεγχος των πετρελαϊκών τιμών από τις ΗΠΑ και τους Σαουδάραβες, οδήγησε σε τέλμα χώρες όπως η Λιβύη, που εξαρτώνται ακόμα και για τον επισιτισμό και την ύδρευσή τους από τις πωλήσεις του πετρελαίου.
Σε αυτή την περίοδο, βρίσκεται το σημείο καμπής του καθεστώτος Καντάφι. Σε αυτό συνέβαλε η αποτυχία να ορίσει αυτόνομα τη Λιβυκή ζώνη οικονομικού ελέγχου, για την οποία θεωρείται πως έλαβε χώρα η αμερικανοβρετανική αεροπορική επίθεση του 1986 εναντίον του. Είναι χαρακτηριστικό, πως την ίδια περίοδο, που η ευρωατλαντική δύση, βομβάρδιζε τη Λιβύη, η Παγκόσμια Τράπεζα «πρότεινε» την …φιλελεύθερη απελευθέρωση της κλειστής τοπικής της οικονομίας. Αφοπλίζοντας με αυτό τον τρόπο, την πολιτικά απομονωμένη πλέον Λιβύη, μεταβάλλοντάς τη από σοβαρή απειλή σε ουδέτερο πεδίο επενδύσεων.
Έτσι, οι τελευταίες δεκαετίες που διήνυσε το καθεστώς, ήταν τόσο μια μεγάλη στροφή στην πολιτική εναντίον της δύσης, όσο μια συμφωνία «με όλους τους αντίθετους πόλους». Που έφερε ως αποτέλεσμα την ισχυροποίηση της φατριαρχίας και μιας ελίτ που περιέβαλλε τον Καντάφι, η οποία προσέβλεπε τελικά στη διαδοχή του συνταγματάρχη από έναν εκ των υιών του, που με τη σειρά τους έδειχναν σπουδαγμένοι στα δυτικά πρότυπα. Σε αυτό λοιπόν, τον «πολιτικό στραβισμό» προς χάριν όλων των συμφερόντων βρίσκεται η αιτία που δημιούργησε τις προοπτικές για την σημερινή κατάσταση. Η οποία είναι βέβαιο πως επήλθε από τη διαταραχή στην ιδιότυπη «ακροβατική ισορροπία» που χρησιμοποιούσε.